Με τα μάτια και τα νύχια στο Βόρειο Ιράκ


Pulsul Geostrategic – Jul. 10, 2020

Το τουρκικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε, πριν τρεις εβδομάδες, την έναρξη δύο στρατιωτικών επιχειρήσεων που είχαν ως στόχο στρατιωτικές θέσεις των πολιτοφυλακών του PKK και των Γιαζίντι που είναι συνδέονται με αυτό, στις περιοχές Σιντζάρ, Καντίλ, Μαχμούρ και Χαφτανίν, κατά την διάρκεια των οποίων ο τουρκικός στρατός χρησιμοποίησε αεροπορικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων και drones. Επίσης, Τούρκοι κομάντο δημιούργησαν στην περιοχή Χαφτανίν ένα στρατιωτικό νοσοκομείο, πιθανότατα ενόψει νέων στρατιωτικών επιχειρήσεων στο μέλλον. Αυτές οι επιχειρήσεις, παρόλο που δεν διεξάγονται για πρώτη φορά από την Τουρκία κατά θέσεων του PKK στο βόρειο Ιράκ, αυτή τη φορά έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά όσον αφορά στο χρονοδιάγραμμα, τις γεωπολιτικές διαστάσεις και τα μηνύματα που επιδιώκουν να στείλουν μέσω της στρατιωτικής δράσης. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω την κατάσταση πριν και μετά τα τουρκικά “Νύχια”.

Σε μια γρήγορη ανασκόπηση του χάρτη των στόχων των επιχειρήσεων, διαπιστώνουμε ότι ο τουρκικός στρατός προσπαθεί να επικεντρωθεί κυρίως σε δύο περιοχές. Η πρώτη είναι η επαρχία της Νινευή, όπου τα Όρη Σιντζάρ και το στρατόπεδο Μαχμούρ θεωρούνται ότι βρίσκονται υπό την επιρροή της πολιτοφυλακής με το όνομα “Μονάδες Αντίστασης της Σιντζάρ”, η οποία είναι μια πολιτοφυλακή της μειονότητας των Γιαζίντι και συνδέεται με το τρομοκρατικό PKK. Οι Γιαζίντι είναι οι ίδιοι άνθρωποι που υπέστησαν φρικτά εγκλήματα από το Ισλαμικό Κράτος μετά τα γεγονότα του 2014, όταν η οργάνωση με επικεφαλής τον Abu Moataz Al-Talfari Turkmani (ο οποίος είναι, κατά την γνώμη μου, ο ίδιος ο σημερινός ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους Abu Ibrahim al-Qurashi) ανέλαβε τον έλεγχο μεγάλων τμημάτων της επαρχίας Νινευή, κυρίως των περιοχών Σιντζάρ και Μαχμούρ. Οι περιοχές αυτές ήταν, τότε, υπό την επιρροή των δυνάμεων του ιρακινού Κουρδιστάν (Πεσμέργκα). Η άλλη περιοχή που στόχευσαν οι τουρκικές δυνάμεις είναι τα βουνά Καντίλ, όπου είναι γνωστό ότι είναι η έδρα των σημαντικότερων ηγετών του τρομοκρατικού Κουρδικού Εργατικού Κόμματος, το οποίο μας οδηγεί να αναρωτηθούμε για την θέση της κυβέρνησης της περιοχής σχετικά με την παρουσία αυτής της τρομοκρατικής οργάνωσης. Γι’ αυτό, θεωρώ ότι πρέπει να μιλήσουμε σε βάθος για τα τεκταινόμενα στο παρελθόν και σήμερα στην περιοχή του ιρακινού Κουρδιστάν με ρεαλισμό.

Με το μάτι στο Ιρακινό Κουρδιστάν

Όταν μιλάμε για αυτήν την στρατηγική περιοχή, το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό είναι η πόλη του Ερμπίλ, μια πόλη ανεπτυγμένη με προηγμένες κατασκευές, που διατηρεί την παράδοση με τις αρχαίες κουρδικές φορεσιές και την σημαία του Κουρδιστάν με τον λαμπερό ήλιο στη μέση. Πολιτικά, αυτό που προβάλλουν τα δυτικά μέσα ενημέρωσης και οι εκπρόσωποι της κουρδικής διοίκησης είναι ότι αυτή η περιοχή ζει την πιο λαμπρή εποχή της δημοκρατίας, ελευθερίας, δικαιοσύνης και οικονομικής σταθερότητας. Όμως, αυτή η εικόνα δεν απηχεί ολόκληρη την αλήθεια και την πραγματικότητα σε μια περιοχή που σήμερα βρίσκεται στο χείλος της ανάφλεξης γύρω της αλλά και στο εσωτερικό.

H πολιτική και στρατιωτική πίεση εκ μέρους της Τουρκίας και της Δύσης με επικεφαλής τις ΗΠΑ, στο Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν και στην Πατριωτική Ένωση του Κουρδιστάν, κατάφερε να σταματήσει τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ τους στο βόρειο Ιράκ, που ταλαιπώρησε πολύ τους κουρδικούς και αραβικούς πληθυσμούς της περιοχής. Με το τέλος του εμφύλιου, ένα είδος οικονομικής άνοιξης ξεκίνησε, καθώς εισέρρευσαν τεράστια κεφάλαια πολλών δισεκατομμυρίων, προερχόμενα από την Ευρώπη και την Αμερική, για την “Υποστήριξη του Κουρδικού πρότζεκτ”, διευκολύνοντας την οικονομική και πολιτιστική αναγέννηση της κοινωνίας του ιρακινού Κουρδιστάν. Όμως, το μεγαλύτερο μέρος αυτών των κεφαλαίων πήρε άλλο δρόμο. Η διαφθορά στην περιοχή δεν ξεκίνησε χθες. Η ανάγκη για σταθερότητα και ασφάλεια κάλυψε την οικονομική διαφθορά των κυβερνώντων κουρδικών κομμάτων. Το σκηνικό παρέμεινε το ίδιο για καιρό έως τις 25 Σεπτεμβρίου 2017, όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της περιοχής που, όπως αναμενόταν, επιβεβαίωναν την μεγάλη επιθυμία μεταξύ των λαών της – Κούρδων και Αράβων – να αποσχισθούν πλήρως από την κυβέρνηση της Βαγδάτης. Αυτό το σχέδιο δημιούργησε ένα μεγάλο όνειρο και μεγαλύτερες ελπίδες που ξαφνικά συνετρίβησαν με την περιοχή να εισέρχεται σε μια επικίνδυνη καμπή.

Μετά το δημοψήφισμα

Με την είσοδο ιρακινών και ιρανικών δυνάμεων στην ευαίσθητη και σημαντική για την περιοχή πόλη Κιρκούκ, κατέστη σαφές ότι η ανεξαρτησία έγινε εφιάλτης και η περιοχή εισήλθε σε μια σκοτεινή σήραγγα από κάθε άποψη. Τα δύο μεγάλα κουρδικά κόμματα δέχτηκαν μεγάλο χτύπημα και άρχισαν να χάνουν τη δημοτικότητά τους και την υποστήριξη μέρους του κουρδικού λαού. Αυτό ήταν μια πολιτική και ιδεολογική οπισθοδρόμηση γι’αυτά αυτά τα κόμματα που έχτισαν το αφήγημά τους πάνω στην ανεξαρτητοποίηση του ιρακινού Κουρδιστάν. Όμως το δημοψήφισμα έδειξε την αδυναμία και την αθλιότητά τους στις μάζες που υποστήριζαν αυτά και το σχέδιό τους. Αυτή η κατάσταση είχε αντανάκλαση στην γενική οικονομική κατάσταση της περιοχής. Το επίπεδο της διαφθοράς των Κούρδων ηγετών διευρύνθηκε. Τα δισεκατομμύρια των εσόδων από την πώληση πετρελαίου που θα μπορούσαν να στηρίξουν την οικονομία της περιοχής, χρησιμοποιήθηκαν για να αγοράσουν ψήφους. Πρόσφατες αναφορές δυτικών μέσων ενημέρωσης επιβεβαιώνουν την αγορά επαύλεων στην Αμερική και την Ευρώπη από τους ηγέτες των κουρδικών κομμάτων, η αξία των οποίων εκτιμάται σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια, όταν ένας Κούρδος πατέρας στεκόταν μπροστά στο δημαρχείο της Χαλάμπτζα μαζί με τα παιδιά του που έκλαιγαν από την πείνα και απειλούσε να αυτοπυρποληθεί. Αυτή είναι η εικόνα του ιρακινού Κουρδιστάν σήμερα. Όσο για το διοικητικό σκέλος της περιοχής, είναι πιο κοντά στο να χωριστεί σε δύο μέρη, το πρώτο στην Σουλεϊμανίγια και το δεύτερο στο Ερμπίλ με τρόπο που μας υπενθυμίζει την δυσάρεστη εικόνα της δεκαετίας του 1990. Μέσα σε αυτό το χάος, πάντα οι κερδισμένοι είναι οι εξτρεμιστικές οργανώσεις. Και εδώ μπαίνει το τρομοκρατικό ΡΚΚ.

Όρος Σιντζάρ

Μια μειονότητα των Γιαζίντι ζει σε αυτήν την περιοχή, σε αρμονία με τις γύρω κοινότητες. Έως την αμερικανική εισβολή, αυτή η περιοχή ήταν υπό τον έλεγχο και την διοίκηση της κεντρικής κυβέρνησης της Βαγδάτης. Μετά την κατάρρευση του ιρακινού καθεστώτος το 2003, η κουρδική διοίκηση του Ερμπίλ επέκτεινε τον έλεγχό της προς τα δυτικά, οπότε οι δυνάμεις της Πεσμέργκα έγιναν ο κυρίαρχος αυτής της στρατηγικά σημαντικής περιοχής. Η διεύρυνση της σεχταριστικής βίας στο Ιράκ γενικά, που είχε ως αποτέλεσμα να υποστεί αυτή η μειονότητα τρομοκρατικές επιθέσεις χωρίς ορατή προστασία από την Πεσμέργκα, έδωσε την ευκαιρία στο PKK να εκμεταλλευθεί τον φόβο της και να σχηματίσει μια πολιτοφυλακή από Γιαζίντι που συνδέεται με αυτό, με το όνομα “Μονάδες Αντίστασης της Σιντζάρ”. Τα γεγονότα του 2014 ήταν η πρώτη πραγματική δοκιμή αυτής της πολιτοφυλακής από τη μία πλευρά και των δυνάμεων της Πεσμέργκα από την άλλη, που απέτυχαν και αποσύρθηκαν χωρίς μάχη, εγκαταλείποντας πίσω χιλιάδες Γιαζίντι στο έλεος του ISIS.

Μέχρι το τέλος του 2014, οι δυνάμεις της Πεσμέργκα, υποστηριζόμενες από τις δυνάμεις του διεθνούς συνασπισμού για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αεροπορία της, μπόρεσαν να ανακτήσουν τον έλεγχο των βουνών Σιντζάρ και να άρουν την πολιορκία εκατοντάδων οικογενειών Γιαζίντι. Τότε η πολιτοφυλακή των Γιαζίντι επέστρεψε με νέα κάλυψη, ως τμήμα της πολιτοφυλακής Al-Hashd Al-Sha’bi, αφού σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις του Al-Hashd Al-Sha’bi, 1.800 μέλη αυτής της πολιτοφυλακής που ανήκει στο ΡΚΚ λαμβάνουν τους μηνιαίους μισθούς τους από τον προϋπολογισμό του, δηλαδή τον προϋπολογισμό του υπουργείου Άμυνας της Βαγδάτης. Αυτό δημιουργεί ερωτηματικά σχετικά με το τι συμβαίνει στη ιρακινή πρωτεύουσα.

Μερικές μέρες μετά την ανακοίνωση των δύο τουρκικών επιχειρήσεων στο βόρειο Ιράκ, η κυβέρνηση της Βαγδάτης τις καταδίκασε και αρνήθηκε την τουρκική επέμβαση στο ιρακινό έδαφος. Αυτή ανακοίνωση από μια κυβέρνηση που δεν είναι σε θέση να προστατευθεί ούτε από πυραύλους που χτυπούν την Πράσινη Ζώνη σε καθημερινή βάση, οπότε πώς μπορεί η Άγκυρα να την εμπιστευτεί για την προστασία των τουρκο-ιρακινών συνόρων; Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση του ιρακινού Κουρδιστάν είναι πολύ αδύναμη για εμποδίσει την επέκταση των κουρδικών τρομοκρατικών οργανώσεων. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό του Nechirvan Barzani, ο οποίος είπε πριν από λίγες μέρες: “Εάν το PKK θέλει να βοηθήσει την περιοχή, τότε πρέπει να φύγει επειδή η παρουσία του προκαλεί προβλήματα”. Με αυτήν την αδύναμη ρητορική, την τεράστια διαφθορά της κυβέρνησης της περιοχής και την πολιτική και αστάθεια που η Άγκυρα γνωρίζει πλήρως, είναι υποχρεωμένη να κινηθεί από μόνη της. Η Τουρκία είναι πιθανό να συνεχίσει τους επόμενους μήνες με στρατιωτικές επιχειρήσεις που στοχεύουν κυρίως στα όρη Καντίλ και στα στρατόπεδα Μαχμούρ και Σιντζάρ.

Όσον αφορά στην πολιτική κατάσταση στην περιοχή, νομίζω ότι έχει πλησιάσει περισσότερο από ποτέ στη διαίρεση μεταξύ των δύο πόλων της. Ο νικητής θα είναι και πάλι οι εξτρεμιστικές οργανώσεις, υπό την ηγεσία του τρομοκρατικού PKK.